Επικοινωνήστε μαζί μας στο email: oneiropagida2012@gmail.com

12 Ιουν 2013

Η παιδική εργασία και η αδιαφορία του σύγχρονου κόσμου!

Η 12η Ιουνίου έχει καθιερωθεί πλέον από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Παιδικής Εργασίας. Πρόκειται για τη μέρα που μας υπενθυμίζει πως η παιδική εργασία υπάρχει σε πολλά σημεία του πλανήτη. 

Η παιδική ηλικία δεν είναι σε όλες τις περιπτώσεις συνώνυμη με την ανεμελιά, το παιχνίδι και τα ξένοιαστα μαθητικά χρόνια, καθώς, εκατομμύρια παιδιά σε ολόκληρο τον κόσμο χάνουν νωρίς το παιδικό τους χαμόγελο και αναγκάζονται από την τρυφερή τους ηλικία να ενταχθούν στον σκληρό κόσμο της εργασίας. 

Για 100 εκατομμύρια παιδιά στον κόσμο, αυτή τη χρονιά δεν χτύπησε το κουδούνι του σχολείου, απλούστατα γιατί δεν πηγαίνουν σχολείο επειδή δουλεύουν, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Πάνω από 246 εκατομμύρια παιδιά (ηλικίας 5 έως 17 ετών) στον κόσμο εργάζονται. Και δυστυχώς, αντίθετα από ό,τι θα νόμιζαν πολλοί, το φαινόμενο των εργαζόμενων παιδιών και των παιδιών που δεν πάνε στο σχολείο δεν είναι άγνωστο και στη χώρα μας. Το μέλλον γι’ αυτά τα παιδιά διαγράφεται ζοφερό, καθώς δεν τους δίνεται καν η δυνατότητα να αναπτύξουν τις ικανότητές τους και να διευρύνουν τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους, αλλά και την κοινωνική τους θέση μέσα από το σχολείο.Βασικά δικαιώματα του παιδιού όπως το δικαίωμα στη μόρφωση και το δικαίωμα στο παιχνίδι είναι άγνωστα γι’ αυτά τα παιδιά. Η κοινωνία οφείλει να έχει την ευθύνη για όλα τα παιδιά χωρίς διακρίσεις, να δημιουργεί όλες τις αναγκαίες ευκαιρίες για να μεγαλώσουν με φροντίδα και ασφάλεια, να εγγυηθεί τα δικαιώματά τους.

Η σύνδεση μεταξύ των δικαιωμάτων του παιδιού και της επιβίωσης και ανάπτυξής του, επιτεύχθηκε με την Σύμβαση των δικαιωμάτων του παιδιού το 1989, που επικυρώθηκε από 187 κράτη. Τα – συμβαλλόμενα στη Σύμβαση – κράτη έχοντας υπόψη τους την Διακήρυξη της Γενεύης του 1924 για τα δικαιώματα του παιδιού αναγνωρίζουν ως παιδί (άρθρο 1) «κάθε ανθρώπινο ον μικρότερο των δεκαοκτώ ετών, εκτός εάν η ενηλικίωση επέρχεται νωρίτερα, σύμφωνα με την ισχύουσα για το παιδί νομοθεσία». Στο άρθρο 32 της ίδιας Σύμβασης αναγνωρίζεται το δικαίωμα του παιδιού να προστατεύεται από την οικονομική εκμετάλλευση και από την εκτέλεση οποιασδήποτε εργασίας που ενέχει κινδύνους ή που μπορεί να βλάψει την υγεία του ή τη σωματική, πνευματική, ψυχική, ηθική ή κοινωνική του ανάπτυξη. Η Σύμβαση καλεί τα κράτη μέλη: α. να ορίζουν ένα κατώτατο όριο ή κατώτατα όρια ηλικίας για την είσοδο στην επαγγελματική απασχόληση, β. να προβλέπουν μια κατάλληλη ρύθμιση των ωραρίων και των συνθηκών εργασίας, γ. να προβλέπουν κατάλληλες ποινές και άλλες κυρώσεις για να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Την παραπάνω σύμβαση ακολούθησε η έκθεση της Unicef «Η κατάσταση των παιδιών του κόσμου – 1996. Η Unicef επισημαίνει το υψηλό ποσοστό των παιδιών που εργάζονται σε ανεπτυγμένες χώρες και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι εργοδότες προτιμούν να προσλαμβάνουν παιδιά διότι μπορούν να τα εκμεταλλευτούν πιο εύκολα. Από τον Οκτώβρη του 1997, στη διάσκεψη που οργανώθηκε στο Όσλο της Νορβηγίας – από το Υπουργείο εξωτερικής βοήθειας της χώρας – αποφασίστηκε η προώθηση διεθνούς σύμβασης κατά της παιδικής εργασίας μέσα στο 1998. Έναν από τους «αρχαιότερους» μύθους όσον αφορά την παιδική εργασία καταρρίπτουν τα στατιστικά στοιχεία που δόθηκαν στη διάσκεψη του Όσλο, ότι δηλαδή αυτού του είδους η εργασία είναι «προνόμιο» μόνο των φτωχών κρατών, ότι είναι αναπόφευκτη στις εξαιρετικά φτωχές οικογένειες, ότι τα περισσότερα παιδιά εργάζονται σε εξαγωγικές βιομηχανίες κάτι που μπορεί να αλλάξει μέσω κυρώσεων μποϋκοτάζ και διεθνών κοινωνικών ρήτρων. Τo 1998 η Διεθνής Διάσκεψη Εργασίας υιοθέτησε τη Διακήρυξη περί Θεμελιωδών Αρχών και Δικαιωμάτων των Εργαζομένων της Δ.Ο.Ε., στην οποία αναφέρεται ότι η ουσιαστική εξάλειψη της παιδικής εργασίας είναι μια από τις αρχές που αφορούν τα θεμελιώδη δικαιώματα και πρέπει να γίνει σεβαστή από όλα τα κράτη μέλη της Δ.Ο.Ε., ακόμα και αν δεν έχουν επικυρώσει τις βασικές συμβάσεις. Το 1999 υιοθετήθηκε ομόφωνα η Σύμβαση 182 περί των «Χειρίστων Μορφών Παιδικής Εργασίας» και η αντίστοιχη Σύσταση 190 και μέχρι σήμερα έχουν επικυρωθεί από τα περισσότερα κράτη μέλη της Δ.Ο.Ε. Στα πλαίσια του Διεθνούς Προγράμματος Εξάλειψης της Παιδικής Εργασίας κατά καιρούς έχουν εφαρμοστεί προγράμματα δράσης σε διάφορες χώρες όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Ινδονησία, η Κένυα, η Ταϊλάνδη, η Τουρκία, η Τανζανία, το Νεπάλ, το Ελ Σαλβαδόρ, το Μπαγκλαντές, το Καμερούν, η Αίγυπτος, το Πακιστάν, οι Φιλιππίνες κ.ά.

Η ισχύουσα ελληνική νομοθεσία για την εργασία των ανηλίκων (Ν 1837/89) είναι προσαρμοσμένη στις διατάξεις της 138 διεθνούς σύμβασης εργασίας, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται σε παιδιά άνω των 14 ετών να εκτελούν ελαφρές εργασίες. Για τις προσπάθειες καθορισμού προϋποθέσεων εργασίας των ανηλίκων συντάχθηκε προεδρικό διάταγμα που αφορά κάθε ανήλικο κάτω τον 18 ετών. Σύμφωνα με αυτό, ορίζεται ως παιδί, κάθε νέος που δεν έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του ή όποιος νέος υπόκειται ακόμα σε υποχρεωτική σχολική φοίτηση. Παράλληλα, απαγορεύεται η εργασία των παιδιών, εκτός αυτών που έχουν συμπληρώσει το 3ο έτος της ηλικίας τους – κατόπιν άδεια της Επιθεώρησης Εργασίας – και μπορούν να εργαστούν υπό προϋποθέσεις σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, διαφημιστικά προγράμματα, επιδείξεις μόδας, ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εγγραφές. Επιπλέον, το Π.Δ. απαγορεύει την υπερωριακή και νυχτερινή απασχόληση από τις 10.00 το βράδυ έως τις 06.00 το πρωί των νέων κάτω των 18 ετών. Θέτει όρους εργασίας προστατεύοντας τους ανήλικους από ειδικούς κινδύνους – φυσικούς, βιολογικούς και χημικούς παράγοντες – τους οποίους διατρέχει η υγιεινή, η ασφάλεια και ανάπτυξή τους.

Τι γίνεται όμως στην πραγματικότητα; Το ζήτημα των ανήλικων εργαζόμενων παιδιών στην Ελλάδα φαντάζει ως ένα πρόβλημα ελάσσονος σημασίας στους περισσότερους. Ωστόσο η πραγματικότητα απέχει πολύ από αυτήν την υπόθεση. Πάνω από 100.000 ανήλικα παιδιά, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνήγορου του Παιδιού εργάζονται στην Ελλάδα, ενώ η κρίση τα «ενθαρρύνει» να παρατήσουν το σχολείο για να βοηθήσουν οικονομικά τις οικογένειές τους.Το υπουργείο Εργασίας, «μετρά» 1.500 βιβλιάρια εργασίας ανηλίκων, ενώ η Ελληνική Στατιστική Αρχή υπολογίζει τον αριθμό των εργαζομένων ηλικίας 15-18 ετών σε 8.886 (σύμφωνα με τα στοιχεία του 2011). Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο από την άλλη εκτιμά ότι το 70% των μαθητών που διακόπτουν το σχολείο εισέρχονται με κάποιο τρόπο στην αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα, παρατηρεί αυξητική τάση στα παιδιά που εγκαταλείπουν το σχολείο.Στα 100.000 – 150.000 υπολογίζει και το Κέντρο Έρευνας Γυναικείων Θεμάτων τον αριθμό των παιδιών κάτω των 18 που εργάζονται σε μαγαζιά, βιοτεχνίες, εργοστάσια, αγροτικές και τουριστικές εκμεταλλεύσεις, στο δρόμο, σε πορνεία κ.α., όπως παρουσίασε, σε ευρωπαϊκή ημερίδα με θέμα “Trafficking – παράνομη διακίνηση και καταναγκαστική εργασία γυναικών και παιδιών”. Τα αίτια της παιδικής εργασίας μπορούν να αναζητηθούν στη φτώχεια, τις άνισες εκπαιδευτικές δυνατότητες κατά γεωγραφική περιοχή, το αρνητικό οικογενειακό περιβάλλον καθώς και την προκατάληψη απέναντι σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες (πρόσφυγες και τσιγγάνοι), οι οποίοι λόγω των πολιτικών ανακατατάξεων της τελευταίας 20ετιας έχουν αυξηθεί στην Ελλάδα. Ο συνδυασμός αυτός, εντείνει την εμφάνιση φαινομένων κοινωνικής παθογένειας μέσα στα οποία εντάσσεται και η εκμετάλλευση των παιδιών. Το πρόβλημα δεν περιορίζεται σε παιδιά που εγκαταλείπουν τα σχολεία για να βοηθήσουν τις οικογένειές τους. Αρκετές είναι οι περιπτώσεις μικρών παιδιών που αναγκάζονται να ασχοληθούν με μορφές εργασίας που θέτουν σε υψηλό κίνδυνο την ψυχική και σωματική τους υγεία. Πρόσφατη έρευνα της Unicef κατέληξε στο θλιβερό συμπέρασμα ότι περισσότερα από 439.000 παιδιά στην Ελλάδα, ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας ενώ το 25%-45% ζουν σε νοικοκυριά που στερούνται βασικών στοιχείων για να μεγαλώσουν. Σε αυτό το πλαίσιο ένα παιδί αν έχει τη δυνατότητα να επιλέξει, τότε θα προτιμήσει να δουλέψει από το να συνεχίσει το σχολείο ζώντας στη φτώχεια. Δεν είναι, βέβαια, λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες οι γονείς τα παροτρύνουν. Σε κάθε περίπτωση, εν μέσω οικονομικής κρίσης, το περιβάλλον γίνεται πιο εύκολο για την εγκατάλειψη του σχολείου. Ωστόσο, η ελληνική κοινωνία οφείλει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που δημιουργούνται στους «νεαρούς» πολίτες της, όταν καταπατώνται τα δικαιώματά τους. Η Παιδική Εργασία συνιστά ένα σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα για τη χώρα μας, που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Οι πολίτες μπορούν να βοηθήσουν για την εξάλειψη τέτοιων φαινομένων που δεν ταιριάζουν σε μια κοινωνία που θέλει να αυτοχαρακτηρίζεται «πολιτισμένη». Δεν πρέπει να «επιδοτεί» κανείς την παιδική εργασία δίνοντας χρήματα στα παιδιά που δουλεύουν στο δρόμο. Αυτό που πρέπει να κάνει κάθε ευαισθητοποιημένος πολίτης είναι να ενημερώνεται, να συμπράττει με ΜΚΟ, να προσφέρει προσωπικά είδη και είδη διατροφής στα παιδιά του δρόμου και το πιο σημαντικό, να επιστήσει την προσοχή του σε αυτά τα παιδιά και να ενημερώνει τις οργανώσεις που ασχολούνται με την παιδική εκμετάλλευση. Επίσης, κρίνεται απαραίτητη η δωρεάν υποχρεωτική εκπαίδευση υψηλής ποιότητας για όλα τα παιδιά η οποία θα τα καθοδηγεί να πάρουν τη θέση που τους αναλογεί στην κοινωνία ως ανθρώπινα όντα και όχι ως μηχανές, η θεσμοθέτηση αυστηρότερου νομοθετικού πλαισίου, η καταγραφή όλων των γεννήσεων, η συλλογή στοιχείων και η παρακολούθηση του φαινομένου και τέλος οι στρατηγικές πρόληψης του φαινομένου.



http://pappanna.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου